Ποιήματα του Γιώργου Τριανταφύλλου (μέρος Ι)

Categories ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣPosted on

Τα ποιήματα του Γιώργου που δημοσιεύονται εδώ έχουν επιλεγεί από τις ποιητικές συλλογές του που έχουν εκδοθεί. Δείγματα του συνολικού του έργου θα παρουσιαστούν σε παραπάνω της μίας δημοσιεύσεις. Επίσης δημοσιεύονται και αποσπάσματα ανέκδοτων ποιημάτων. Στα ποιήματα που δεν έχουν τίτλο θα δείτε τα ***

Αγαπητέ αναγνώστη πάτα το πλήκτρο να παίξει η μουσική (adagio in G minor, Albinoni) και κατέβα παρακάτω να απολαύσεις τα ποιήματα του Γιώργου Τριανταφύλλου.
Ένα πλεονέκτημα των ποιημάτων του Γιώργου είναι ότι η κάθε στροφή μπορεί να διαβαστεί σαν ξεχωριστό ποίημα. Αν σας είναι δύσκολο να διαβάσετε τα μεγαλύτερα ποιήματα συνεχόμενα, διαβάστε τυχαία επιλεγμένες στροφές. Καλή ανάγνωση!

“Αμμοθίνες”, ανέκδοτο, απόσπασμα.

Έμεινα πίσω να φυλάω πέτρες
Μετρώντας ανορθόγραφες φιλίες
Ξεχασμένες στο χώμα για χρόνια
Και γελώ
Καθώς Γελιέμαι

Από την συλλογή «ΟΛΙΚΗ ΕΚΛΕΙΨΗ» εκδ. Γαβριηλίδη, 2005.

***

Ρίζωσα στις πιο κοινές συνήθειες χρόνια τώρα
βουτώ στις θαλασσοσπηλιές για κάτι πιο βαθύ και ανεξήγητο
αλκοολικός από έρωτα για την ανάσα σου σε αναζητώ ως και στα βρόχια της νύχτας.

Με κυνηγάνε τα βουνά
τα νησιά που δεν έπαψες να ονειρεύεσαι
τα δέντρα που σ’ αγκαλιάζουν όταν γελάς
η μουσική τους είναι λυγμός

και τ’ αστέρια που ξεχάσαμε στην παιδική ηλικία υποσχέσεις
καμιά φορά τα προδίδουμε ελαφρά τη καρδία
μα η δική μου είναι βαριά

σ’ αυτή την ακτή με βότσαλα λιωμένα απ’ τη θλίψη των ναυαγών
ξορκίζω τον ύπνο κι ακόμα γράφω ποιήματα
στην άγραφη σελίδα του ουρανού λευκά
σαν Οδυσσέας.

***
Άγριο μπλε της θάλασσας
κάτω απ’ τα τραπέζια
και μέσα απ’ τους καθρέφτες μας
ξεφεύγουνε τα ασήμαντα
πλάι στον ύπνο σου φωτίζεται ο κήπος
και τι τραγούδι
να σου πουν τα νυχτοπούλια που ενώ είσαι ταγμένος στη φθορά
ερωτοτροπείς με τα ασύλληπτα.

MY DIRTY SILENCE

Η βρόμικη σιωπή μου στον πάτο του πηγαδιού
ένα ανεξιχνίαστο όνειρο τρυπά τις νύχτες
κρεμιέται απ’ τις αντένες
πηδάει από κλαδί σε κλαδί
ξενυχτάει
στην άκρη της λεωφόρου δε θυμάται τη θάλασσα
τόσα χρόνια άγρυπνα στα κύματα
χρόνια που πνίγηκαν σε ανήλιαγα μάτια
μια ζωή φωνές μυστικές κάτω απ’ τα υπόστεγα της βροχής
αυτός ο αιώνας δε θα φτάσει ποτέ στη μεθόριο του ανέφικτου
δε θα συναντήσει το αδιαπέραστο βλέμμα του ιππέα
στο τέλος της νύχτας

όταν τελειώνουν τα ωραία τραγούδια
οι όμορφες εποχές πριν τους παγετώνες
πριν γκρεμιστεί η παιδική ηλικία της φαντασίας
δέος διασχίζει τον ουρανό
σκορπάει το θάνατο

ό,τι μισείς γίνεται εαυτός
ό,τι αποφεύγεις δρόμος σου
σαπίζεις στην ακτή μετρώντας χειμώνες
ναυπηγώντας σκαριά που δε θα φτάσουν στην άγνωστη χώρα
σου μένει μόνο τραγούδια να σκαρώνεις
να εξαπατάς τη σιωπή
μα από τραγούδι σε τραγούδι κερδίζεις
στη σιωπηλή νύχτα των υακίνθων.


Από την συλλογή «ΔΙΕΣΗ ΣΕ ΚΛΙΜΑΚΑ ΣΚΟΤΕΙΝΗ» εκδ. Γαβριηλίδη, 2007.





ΚΑΘΟΔΟΣ ΣΤΟ ΣΚΛΗΡΟ ΔΙΣΚΟ ΤΟΥ ΑΔΗ

Τρίτη του μολυβιού και του καπνού στην ασυνάρτητη θάλασσα
ένας βαρδάρης λυσσασμένος σαρώνει όλα τα δίκτυα
στο ίδιο τραπέζι που σκουριάζει
από ξεφτισμένα καλοκαίρια
μες στο χιονόβροχο βρεθήκαμε συμπαίκτες
στον ορίζοντα καπνίζει ακόμα η φωτιά ενός καραβιού
τρίτη του μολυβένιου ουρανού επέμενες
«δε γνωρίσαμε τον κόσμο αλλά το λάθος του»
κι ας μην είχαμε αλλάξει πλεούμενο αιώνες τώρα

στο ίδιο δίκτυο υποδυθήκαμε ρόλους ξένους
αλλάζοντας ολοένα δικτυακούς τόπους, ηλεκτρονικές διευθύνσεις
σε chat rooms με αφελή επιχειρήματα
αναλύσαμε τα εφτά χρώματα της αλήθειας
ψαρεύοντας ενοχή και αθωότητα με το ίδιο δόλωμα
αναζητήσαμε την κάθοδο στο σκληρό δίσκο του Άδη
μέσα σ’ όλα τα δίκτυα του δικτύου
αυτόκλητοι ιχθύες στα δίχτυα της αλήθειας
των πολλών πατρώνων

δεν ερμηνεύεται το πρώτο άγγιγμα της θάλασσας
κάθετου Μάη
και αν φυτρώσει λουλούδι στην ανεξήγητη πέτρα
δεν ερμηνεύουνε τα μάτια μας – θέλω να πω
τη γλυπτική των αμμόλοφων
ή την αφή των άστρων, εμπρός λοιπόν
φώναξε πάνω απ’ το μεγάλο πηγάδι καταμεσής της μέρας
η ηχώ σου θα φτάσει ως την άκρη του χρόνου
εδώ η αλήθεια κρύβεται πίσω απ’ τα μάτια
αν κάνεις πως την κρατάς σ’ έχει ήδη εξοντώσει
αφήνοντας μόνο τον άψυχο κλώνο σου

κι εσύ που έλεγες πως δε δοθήκαμε στον κόσμο
αλλά στο λάθος του
θα δεις
μια θάλασσα ξεδιπλώνει νεογέννητος ήλιος
και το λουλούδι της καρπίζει τον ύπνο


Ad infinitum σημαίνει από πάντα και δια παντός.

AD INFINITUM 5

Στη δεύτερη πατρίδα της ψυχής αναβλύζει η άλλη θάλασσα

Από μακριά ακούγονται τραγούδια, κάπου κάπου τα κόβουνε ριπές της προόδου αλλά

Εάν είναι πρόοδος το άθροισμα και ο πολλαπλασιασμός του κέρδους, τότε ο καρκίνος δεν είναι ιδίωμα του σώματος

Ούτε του σώματος παιχνίδια τα αφυδατωμένα διδάγματα απ’ την τριβή του χρόνου είναι

Ημέρες και χρόνια χάσκοντα στα βουητά της λεωφόρου ώσπου ακούς σειρήνες μιας δράσης που ολοένα επίκειται κι όλο αργεί στην ασφυκτική κίνηση

Από την Καρδιά κατάγεται η σιωπή

Από δέντρο που μόλις το ποτίσεις απόσταγμα δροσιάς στη νύχτα ανοίγει του κόσμου εφτά μυστήρια πλάι

Στο γέρο ποταμό παρασέρνοντας όνειρα και αυταπάτες, τις κατουράν ανήλικα αγόρια γελώντας, ποιος θα φτάσει μακρύτερα στις κρυφές της νύχτας και στους βυθούς, ποιος στους επτά αιθέρες θα κρατήσει ψηλότερα χαρταετό

Τα χείλη καίει η συνενοχή και δε θέλω άλλο ν’ ακούσω ούτε να δω

Φτάνει ν’ ανθίσει νέα σελήνη στη μελαγχολική ασυμμετρία της Ήβης και η σιωπή μου κρατιέται από τα χείλη της. Με καρπό γιασεμιού

Το πρωινό της άνοιξης σώμα αγγίζω ανοίγω φτερά σε κόσμο ανεπίδεκτο φθοράς δίχως παράθυρο στο μάταιο ή στο τίποτα κι από δω

Τα μάτια στρέφω πάλι στον κόσμο, μια θάλασσα αναβλύζει από τη δεύτερη πατρίδα που γεννά την ψυχή μου Adinfinitum

AD INFINITUM 7

Μπήκα στη γιορτή όταν δραπέτευσε ο Φόβος και μίλησα της απέραντης σιωπής και της έγνεψα κύματα δέντρων οργίαζαν στα νησιά του ουρανού

Είδα τις πολιτείες που ομολογούν το άδικο αντίδικος του εαυτού μου βρήκα την πόρτα του ανέλπιστου κλειστή

Κανείς δεν υποπτεύεται την πρόθεση

Την αυγή ένα ιδρωμένο κόκκινο φεγγάρι είδε τον ήλιο μακριά από μάτια που πενθούν το θάνατο του βλέμματος πέρα απ’ τη θάλασσα δίχως στήριγμα ειδώλου

Όποιος διάβηκε το λαβύρινθό του αντίκρισε το πρόσωπό του να κοιμάται στα μεσάνυχτα του ξένου

Απ’ το ημίφως της ατέλειωτης παρτίδας ανέτειλε η Ίρις σε βουνά που μίλησε απόκρημνος θεός μόλις η μέρα αγκάλιασε τη νύχτα

Κανείς δεν υποπτεύθηκε την πρόθεση το άλγος του ποταμού στην αναπότρεπτη πορεία

Ο βίος, το τόξο, η λύρα η παλιά ευρυθμία χάραζε το χρόνο στο πρόσωπο

και στη ρίζα της Ίριδας η κρύπτη και στην πέτρα χαραγμένο το ρήμα

λαβύρινθος του καθενός ο χαρακτήρας του Adinfinitum

όταν μετοικείς κουβαλάς τη στάχτη
του παλιού σου σπιτιού
θα περπατήσει
ο ζωντανός μες στη ζωή που θάβεται
δεν έχει αξία η επιθυμία του όση
η αναγνώριση του βάρους της

“Το βάρος της αύρας”, ανέκδοτο, απόσπασμα.

Πατήστε να μεταβείτε στο Μέρος ΙΙ

Επιλογή ποιημάτων: Καίτη Τσάτσου-Τριανταφύλλου.